A kind of a "dangerous supplement", marked, scarred on a body, post-orgasmically, always, already in anticipation of (a) crisis OR for a desert avec 'agape'. Mindb(l)ogg(l)ing Noise. "Avalanche, would you share my last pursuit?" (Baudelaire)

Friday, August 31, 2007

Research Material



Rare documentation of a folk-art practise at its most public.
Courtesy of the Net-Fat Appreciation Society.

Tuesday, August 21, 2007

Monday, August 20, 2007

Dear Ombiouhi (A Publicly Announced Private Invitation)

Ladies and Gentlemen,
Boys and Girls,
Readers and Writers,
Ninjas and Samurais,

It has come to my attention that many of us, if not all, shall be in the United Kingdom this coming academic year.

Therefore, Hence, And so, Thus, Consequently, As a result,

food must be arranged

I propose a Saturday soiree, or a Sunday brunch, please be aware that this does not mean we must necessarily limit our time spent on food and drink consumption, indeed I expect nothing less than a full six or seven hours of decadence.

Place: TBA (Options include the Hydra (akousa oti eshei foukou jame), picnic in an Oxford park, his or hers latest and greatest apartment rental, Paris)
Date: I suggest early October (akoueis re Christo? Jai si enna'rtis, oi pellares).
Menu: TBA (Highly Desired and Recommended: sheftalies made with panna from the Selfridges butcher.)

Don't forget to RSVP.
But please don't stain the carpet.

Friday, August 17, 2007

Thursday, August 16, 2007

Filling the gaps



Hint 1: A school of art and architecture in Germany between 1919 - 1933
Hint 2: Its traces are extremely rare in this island and they are, in their majority, found in Paphos between the two gardens used only on Sundays
Hint 3: Mr. Pantelis Kouros was working in this building [his exact occupation is yet to be defined] before becoming a by-stander or stand-by Mr. Glafkos Clerides. Neither Mr. Kouros nor Mr. Clerides have any direct relationship with neither the school in Germany nor the gardens in Paphos.

Spot this out (or never leave the eggs on the slope)

Monday, August 13, 2007

13th



It is also this man's birthday today.





Happy Birthday Sir Basil.






[More photos of holiday homes -or 'cabins'- here]

RE: Dissemination

Λογοτεχνικές σπουδές life-style
Θέσεις και απόψεις που είναι αδύνατον να σταθούν στην κριτική βάσανο θεωρήθηκαν λυτρωτικές


ΝΑΣΟΣ ΒΑΓΕΝΑΣ
Το ΒΗΜΑ, 12/08/2007 , Σελ.: B43
Κωδικός άρθρου: B15136B431
ID: 288639


Διαβάζοντας σήμερα σε ένα κείμενο δημοσιογραφούντος πανεπιστημιακού τη φράση «όπως μας έδειξε ο Μπαρτ», είναι δύσκολο να μη σκεφτεί κανείς ότι η υποχώρηση του πραγματικού κριτικού πνεύματος, η οποία χαρακτηρίζει το πεδίο του στοχασμού τις τρεις τελευταίες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, συνεχίζεται ακόμη. Η εμφάνιση των μεταμοντέρνων, life-style (παρά την θεολογικότροπα σοφιστική τους αμφίεση), θεωριών είχε ως επακόλουθο τη δημιουργία ενός πλήθους πιστών θαμπωμένων από τις στιλπνές εκλάμψεις των θεοφανών διδασκάλων. Ετσι θέσεις και απόψεις που είναι αδύνατον να σταθούν σε μιαν ουσιώδη κριτική βάσανο θεωρήθηκαν λυτρωτικές θολώνοντας, αντί να καθιστούν ευκρινέστερο, το πεδίο της αναφοράς τους.

Είναι δύσκολο να βρούμε στο παρελθόν εποχή όπως η δική μας, όπου θεωρητικές παραδοξολογίες να γίνονταν με τόση ευκολία και με ενθουσιασμό αποδεκτές, χωρίς να θίγεται το κύρος των φορέων τους - απεναντίας η φήμη τους να αυξάνεται χάρη κυρίως σε αυτές τις παραδοξολογίες. Ακόμη: είναι δύσκολο να βρούμε στο παρελθόν εποχή κατά την οποία αντιφάσεις και ανομολόγητες αλλαγές άποψης (υποστήριξη, κατά περίσταση, από τον ίδιο άνθρωπο θέσεων διαφορετικών από εκείνες που πρέσβευε προηγουμένως) αντί να επικρίνονται ως ένδειξη ανωριμότητας, επιπολαιότητας ή καιροσκοπισμού, να εκθειάζονται με τόση προθυμία ως απόδειξη διαρκούς πρωτοποριακής αναζήτησης ή ως ικανότητα αποφυγής της διανοητικής ακαμψίας.

Για να δώσω δύο παραδείγματα από το πεδίο των λογοτεχνικών σπουδών: Το πρώτο είναι ο περίφημος «θάνατος του Συγγραφέα». Τον ανήγγειλε μεσσιανικώς το 1968 με το ομώνυμο δοκίμιό του ο Ρολάν Μπαρτ, και από τότε έως σήμερα χιλιάδες πιστοί του Γάλλου συγγραφέα, διεθνώς και στη χώρα μας (με μεγαλύτερη κατάνυξη στη χώρα μας) επαναλαμβάνουν ιεροπρεπώς αυτή τη φράση χωρίς να κάνουν τον κόπο να διαβάσουν (ή να διαβάσουν προσεκτικά) τις θέσεις του κειμένου στο οποίο διατυπώνεται. Διότι αν τις διάβαζαν, ίσως να αντιλαμβάνονταν ότι οι θέσεις αυτές είναι ανόητες, και ότι το κείμενο στο οποίο βρίσκονται θα πρέπει να είχε γραφεί από έναν άνθρωπο σε κατάσταση θεωρητικής μέθης.

Οχι, το δοκίμιο αυτό του Μπαρτ δεν αποτελεί μια πρωτοποριακή ανακάλυψη της πολυσημίας του λογοτεχνικού κειμένου, όπως νομίζουν όσοι πιστεύουν ότι δεν είναι δυνατόν ο Μπαρτ να γράφει ανοησίες, και ότι πριν από τον Μπαρτ στον κριτικό λόγο κυριαρχούσε η έννοια της λογοτεχνικής μονοσημίας. Γιατί εκείνο που ανήγγελλε ο Μπαρτ με το δοκίμιό του «Ο θάνατος του Συγγραφέα» ήταν - κυριολεκτικά - η πεποίθησή του ότι τη λογοτεχνία δεν τη γράφει ο συγγραφέας αλλά η ίδια η Γλώσσα· αυτή η μεγάλη υπερβατική δύναμη, η οποία απλώς χρησιμοποιεί τον άνθρωπο που κακώς ονομάζουμε συγγραφέα για να ενσαρκώσει σε απτή, δηλαδή, γραπτή, μορφή το μεταφυσικό της πνεύμα. Ο άνθρωπος αυτός - λέει ο Μπαρτ - που θα πρέπει να ονομάζεται «γραφέας», στην επαφή του με τη γλώσσα χάνει τη φωνή του και την ταυτότητά του και μεταβάλλεται σε ένα ουδέτερο «χέρι, αποκομμένο από οποιαδήποτε φωνή, φερόμενο από μια καθαρή κίνηση εγγραφής (και όχι έκφρασης)», ένα χέρι που «χαράσσει ένα πεδίο χωρίς προέλευση», ένα πεδίο που «δεν έχει άλλη προέλευση από την ίδια τη γλώσσα».

Ο πρώτος που αντιλήφθηκε τη μωρία αυτών των θέσεων ήταν ο ίδιος ο Μπαρτ, που έσπευσε να τις τροποποιήσει μιλώντας, το 1971, για «συμφιλιωτική επιστροφή του συγγραφέα» και τονίζοντας έκτοτε τη σημασία του συγγραφέα, έως το σημείο, στις τελευταίες διαλέξεις του, να θεωρεί τη λογοτεχνία έκφραση της ψυχής του συγγραφέα (έφτασε να περιγράφει ακόμη και τα ρούχα του Μπαλζάκ). Το ευσεβές πλήρωμα, ωστόσο, του Μπαρτ εξακολουθεί και σήμερα να ριγεί στην ιδέα του «θανάτου του Συγγραφέα», απωθώντας τη σκέψη ότι η ιδέα αυτή μπορεί να ήταν για τον Μπαρτ (που η συνεχής αλλαγή θέσεων ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του) ένα θεωρητικό καπρίτσιο της στιγμής (αν, βέβαια, έχει αντιληφθεί ότι πολύ σύντομα ο Μπαρτ διαπίστωσε ότι ο συγγραφέας χαίρει άκρας υγείας).

Το δεύτερο παράδειγμα είναι οι παραδοξολογίες και οι αντιφάσεις του Ζακ Ντερριντά, που κατόρθωσαν να γίνουν το δόγμα της θεωρητικοκριτικής ορθοδοξίας. Πόσες φορές δεν είδαμε τον Ντερριντά, που ανήγαγε την έννοια της παρανάγνωσης σε θεμελιώδη αρχή της θεωρίας του, να διαμαρτύρεται, και μάλιστα έντονα, ότι παραναγνώστηκαν τα κείμενά του; Πόσοι από τους δικούς του «χριστεπώνυμους» μαθητές, που λοιδορούν την έννοια της οργανικότητας στη λογοτεχνία ως κατάλοιπο μιας «παλαιάς "αισθητικής ιδεολογίας"», έχουν αντιληφθεί τη θεωρητική αφέλεια αυτής της πεποίθησης και την προβληματική σχέση του Διδασκάλου με τη λογοτεχνία; Πόσοι δεν προφέρουν ακόμη εκστατικά τη λέξη Αποδόμηση χωρίς να καταλαβαίνουν - εξαιτίας της χρησμικής υφής των ιερών της κειμένων - τι ακριβώς σημαίνει; Και πόσοι από αυτούς που καταλαβαίνουν τι ακριβώς σημαίνει προσπαθούν να αποδείξουν (όπως προσπαθούσε και ο Ντερριντά), ότι δεν σημαίνει αυτό που σημαίνει, γιατί αισθάνονται ότι, διαφορετικά, η ίδια η έννοια του όρου θα αποδομούνταν ακαριαίως; - κίνδυνο τον οποίο πάσχισε απεγνωσμένα να αποτρέψει ο Ντερριντά με τα τελευταία κείμενά του, με τα οποία μεσσιανικώ (δηλαδή μεταφυσικώ) τω τρόπω ευαγγελίστηκε την Αποδόμηση ως τη μόνη μη αποδομήσιμη ιδέα, αντιφάσκοντας ακόμη μια φορά με την όλη αποδομική του επιχειρηματολογία.

Θα ολοκληρώσω την περιγραφή του φαινομένου με ελληνικά παραδείγματα.

Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.





Αγαπητό ΒΗΜΑ,

Η επιστολή αυτή έχει ως σκοπό να σχολιάσει το άρθρο του κ. Βαγενά (Λογοτεχνικές Σπουδές Life-Style, 12/8/07). Σε περίπτωση μη δημοσίευσής της, θα παρακαλούσα όπως προωθηθεί στον κ. Βαγενά.

Ο κ. Βαγενάς ασχολείται στην επιφυλλίδα του με «θεωρητικές παραδοξολογίες» και –ευτυχώς για τη συζήτησή μας, η οποία έχει ανάγκη απτά παραδείγματα- προσφέρει στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό δύο περιπτώσεις θεωρητικών (Barthes και Derrida) οι οποίοι, σύμφωνα με την αφήγηση του κ. Βαγενά, εξαιτίας της αδυναμίας και του παραλογισμού των αρχικών τους θέσεων, έχουν υποπέσει σε αντιφάσεις και έχουν αναγκαστεί –ανομολόγητα- να επαναδιατυπώσουν τις θέσεις τους.

Προτού προχωρήσω στα παραδείγματα του κ. Βαγενά θα ήθελα να σχολιάσω την άποψή του που θέλει την υιοθέτηση διαφορετικής (ή ακόμη αντίθετης) θέσης από αυτή που υποστήριζε στο παρελθόν, ένας άνθρωπος να είναι «ένδειξη ανωριμότητας, επιπολαιότητας ή καιροσκοπισμού» (!!). Νομίζω ότι σπάνιες είναι οι περιπτώσεις ατόμων που μπορούν να υπερηφανευτούν ότι δεν άλλαξαν ποτέ θέση ή άποψη. Αν μάλιστα αυτό συμβαίνει σε άτομα που πέρασαν δεκαετίες ολόκληρες στον ακαδημαϊκό χώρο, τότε θα έπρεπε να ρίξουν μια δεύτερη ματιά στις θέσεις τους γιατί, μάλλον, κάτι ύποπτο συμβαίνει είτε με την επάρκειά τους είτε με τον κλάδο τους. Επιπλέον αναρωτιέται κανείς (για να περιοριστώ μόνο σε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα) αν είναι ανώριμος, επιπόλαιος και καιροσκόπος και ο Wittgenstein του οποίου η μεταστροφή από τις αρχικές του θέσεις (“Tractatus Logico-Philosophicus”) στις ύστερες (“Philosophical Investigations”) είναι θρυλική στο χώρο της φιλοσοφίας.

Ας δεχτούμε όμως ως αξίωμα αυτή την υπερβολική άποψη του κ. Βαγενά. Ισχύει πράγματι στην περίπτωση του Barthes και του Derrida αυτή η ανομολόγητη (από ενοχή, προφανώς!) μετάνοια; Για τον Barthes μαθαίνουμε ότι δεν μπόρεσε να αντέξει την μωρία του «Θανάτου του Συγγραφέα» (ΘΣ, 1967) και έτσι αναγκάστηκε 4 χρόνια μετά να υποδεχτεί πίσω (όπως μαθαίνουμε «συμφιλιωτικά») τον συγγραφέα. Επειδή εδώ δεν είναι μάλλον ο χώρος να αναπτύξω θεωρητικά επιχειρήματα (που έχουν να κάνουν με την αντίληψη του Barthes για τη γλώσσα, για το τι ακριβώς είναι γι’ αυτόν η πολυσημία κλπ) θα αρκεστώ μόνο στο να αναφέρω ότι το ΘΣ καταφέρεται εναντίον μίας πολύ συγκεκριμένης αντίληψης για τον συγγραφέα, που τον θέλει να ελέγχει το νόημα του κειμένου και να χρησιμοποιεί τη γλώσσα ως επικοινωνιακό εργαλείο, ως όχημα που μεταφέρει μια πραγματικότητα έξω από αυτήν. Αυτή την άποψη θα συνεχίσει να έχει πολύ πιο μετά (βλ. «The Grain of the Voice,» σ. 80, ή στην αυτοβιογραφία του «Roland Barthes», σ.44 όπου καταδικάζει την πλάνη της αναλογίας. Για το πώς συνδέεται η αναλογία με την αντίληψη του Συγγραφέα την οποία πολεμά ο Barthes, βλ. το άρθτο του «The Structuralist Activity»). Δεν επιθυμώ καν να αγγίξω το θέμα για το αν οι απόψεις του Barthes είναι σωστές, ή έστω, όχι αποτέλεσμα «θεωρητικής μέθης». Κατά τη γνώμη μου το ΘΣ έχει πέσει θύμα και από τους υποστηρικτές του και από τους επικριτές του γιατί και οι δύο πλευρές επιμένουν να το διαβάζουν ως συγκροτημένο θεωρητικό κείμενο ενώ δεν είναι παρά ένα πολεμικό άρθρο εφτά σελίδων, στο οποίο ποτέ δεν επανήλθε ο Barthes για να το σχολιάσει, σε αντίθεση με άλλα έργα του. Απλά θέλω να δείξω ότι στις απόψεις του για τον συγγραφέα ο Barthes παρουσιάζει μια συνέπεια, ή έστω συνέχεια σκέψης, και δεν είναι «ανώριμος, επιπόλαιος, καιροσκόπος».

Ο Barthes είναι τυχερός όμως σε σχέση με τον Derrida. Γιατί τουλάχιστον ο κ. Βαγενάς αναφέρεται σε συγκεκριμένες απόψεις του Barthes, ακόμα και αν αδυνατεί να τις εντάξει σε σωστό πλαίσιο. Ο κακόμοιρος ο Derrida όμως εμφανίζεται ως ο κήρυκας μια θεωρίας που έχει ως βασική αρχή την παρανάγνωση. Ο μη ειδικός Έλληνας αναγνώστης μπορεί να υποθέσει ότι θέλει. Μπορεί να φανταστεί ακαδημαϊκά συνέδρια με μεθυσμένους από την πολλή θεωρία ακαδημαϊκούς να λένε τι; Ότι όταν διαβάζουμε ένα κείμενο πρέπει συνειδητά να το παρερμηνεύουμε; Και μετά παραπονιούνται όταν τους παρερμηνεύουν; Σχιζοφρενείς και παρανοϊκοί μάλλον πρέπει να είναι αυτοί οι δυστυχείς και είναι άξιον απορίας πραγματικά πώς δεν τους έχουνε μαζέψει ακόμη. Εκτός κι αν έχουμε ξανά μία παρανάγνωση του κ. Βαγενά. Ο Derrida πραγματικά ισχυρίζεται ότι τίποτα δεν μπορεί να εγγυηθεί την ορθή ανάγνωση ενός κειμένου, την ορθή ερμηνεία. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο Derrida προτρέπει και επιδιώκει την παρανάγνωση. Αντιθέτως, έχοντας φτάσει στο συμπέρασμα ότι η πράξη της ερμηνείας δεν μπορεί να στηριχθεί σε στερεά θεμέλια, δεν θα πάψει να τονίζει το ηθικό βάρος που πέφτει πάνω στην πράξη της κριτικής ανάγνωσης, και για τον σεβασμό που οφείλουμε στον συγγραφέα. Η ερμηνεία είναι ηθική πράξη, ακριβώς επειδή δεν στηρίζεται σε «φυσικά» θεμέλια. Γι’ αυτό παραπονιέται ο άστατος «καιροσκόπος» για τυχόν παρερμηνείες του. Οι απόψεις του Derrida για τον σεβασμό που οφείλεται στην υπογραφή του συγγραφέα μπορούν να βρεθούν στο άρθρο «Ulysses Gramοphone», στο βιβλίο «A taste of the secret» και σε πολλά άλλα έργα του. Μια ερμηνεία (από τις πολλές) που βλέπει τον anti-foundationalism του Derrida ως προϋπόθεση μίας ηθικής της υπευθυνότητας (και όχι ανεύθυνου παιχνιδιού) μπορεί να βρεθεί στο «The Ethics of Deconstruction» του Simon Critchley.

Θέλω να ξαναπώ πριν κλείσω ότι δεν ασχολήθηκα καθόλου με το αν είναι σωστές ή βάσιμες οι απόψεις των δύο Γάλλων θεωρητικών. Απλά ήθελα να δείξω ότι μόνο μία πολύ κακεντρεχής και εμπαθής ανάγνωση θα μπορούσε να δει ανομολόγητα πισωγυρίσματα και αστάθεια στις απόψεις.. Λέω κακεντρεχής και εμπαθής, και όχι αδαής γιατί η κριτική σκέψη του κ. Βαγενά είναι από τις λαμπρότερες που υπάρχουν στην χώρα μας. Δεν μπορώ λοιπόν σε τίποτε άλλο να αποδώσω αυτή την παρανάγνωση, και αυτή την έλλειψη σεβασμού που δείχνει ο κ. Βαγενάς στο τι πραγματικά είπαν ο Barthes και ο Derrida, παρά σε τόσο ισχυρή εμπάθεια, που τον εμποδίζει να διαβάζει με ευθύνη αυτά τα συγκεκριμένα έργα. Θυμίζω μάλιστα ότι όλα αυτά έχουν γραφτεί με την παραχώρηση στον κ. Βαγενά να ισχύει το πραγματικά άδικο αξίωμα του, που θέλει την αλλαγή άποψης ως ένδειξη ανωριμότητας, επιπολαιότητας και καιροσκοπισμού, και το οποίο το έκανα δεχτό προς χάρη αυτής της συζήτησης.

Σίμος Ζένιος
Μεταπτυχιακός Φοιτητής Συγκριτικής Λογοτεχνίας

Sunday, August 12, 2007

Palomino Fino : Street Noises



Hotel Excelsior, Nicosia - Partial Front View, Low Angle
(The Excelsior has been demolished over the course of the past two weeks)

The Clash - Ghetto Defendant
Elvis Costello - Beyond Belief
Michalis Siganides - Einai Omoia Ki Omws Diaferoun
Dub Specialist - Bionic Dub
Chet Baker - Bea's Flat
Diafana Krina - Agrio Meli

Savoir Vivre





The boring bourgeoises keep me company over a drink and a half. The post-Lenninist intelligencia of a similar financial disposition has shied away from an urban introspection. It has also probably accepted invitations to summer houses etc. At that moment when the city gives itself to you where can you really go? The voice at minutes past 02:00 has much more validity than the badly constructed satellite, as it echoes and overtakes the claiming to the public space. The relative autonomy professed is nothing but the genealogy of the fiction of development and subsequently its lingo. Openings, permeability and porosity alienated from that commonwealth of practises in order to enlist foot soldiers to the last days of speculation. I climb up the street, pass the up-for-a-fight, incontinent guests and I caress my acme. The availability of coffee troubles me and immediately I return to the realm of the private. Participation does not exist in this city. Away from the fantasmtic monorail that allows for a communal air-contitioned space of civil disobedience -a civil as is defined by the local and that James Carville slogan- one does not take part. One is. Even in the realm of intrventions, one does not partake. Awareness, a key to information, is the maximum degree of public engagement. The rest is mere formalist encapsulation of a familial social and its catwalkness. Similar to the logic of renovation apres-demolitons.


(Images from U.Cy Architecture students' intrvention at Eleftherias' Square - part of their work for a summer wood workshop)

Saturday, August 11, 2007

Ate re asihtir!

Or The Envy Post









Olle Lundberg's own residence, San Francisco, California.
(This is his weekend 'cabin' if you really want to know.)

Friday, August 10, 2007

Game



"Investors have bought the financial equivalent of poisoned mutton dressed as prime lamb."

Kori,

eides ton?

Thursday, August 09, 2007

Wednesday, August 08, 2007

Monday, August 06, 2007

In defense of the ordinary

Tonight - regardless of theater - architecture prevails. Whoever is with it follows. Boats allow themselves to us, handmade and fully restored; that distance of proximity from here. And at the same time the home. The confirmation of how our visual culture's end has delimitated itself comes through not only the spilled whisky at the side of the car. The legend a closed spot consents to absence. A dog mewls. News of perverted facades and of novel drinking possibilities. The not-spendng: a blessing in becoming. An act of nesting in waiting needing the hope, not the cash. And I keep drinking. The sketch in my notebook will ring tomorrow.


Image from: http://www.kythreotisarchitects.com.cy

Friday, August 03, 2007

s/z

Penthos. (Click with cautious anticipation)

Me to epetiakon tou soundtrack, panta

Wednesday, August 01, 2007

Kostis



It is that time of the year. Yes.
Kostis.
Happy Birthday to you jai Hronia Polla jai Na ziseis.
Eis avrion ta spoudaia!

Blog Archive